ΚΩΣΤΑ ΗΛΙΑΚΗ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙΣ ΑΘΑΝΑΤΟΣ…

Εκεί που πήγε ο Κώστας, δεν περιμένει από μας να τον φωνάζουμε ΑΘΑΝΑΤΟ. Είναι ΑΘΑΝΑΤΟΣ.

Αλλά κι εμείς δεν περιμένουμε τη συγγνώμη των Τούρκων που τον έφαγαν με μπαμπεσιά. Γιατί αυτή η συγγνώμη μας ατιμάζει.

Τα χέρια του Ηλιακη, τα χέρια των δεκάδων Ηλιακηδων και των συντρόφων τους που χρόνια τώρα κοκκινοβαφουν το Αιγαίο, ήταν δεμένα.

Δεν τα έδεσαν οι αντίπαλοι, γιατί αυτοί δεν είχαν τα κότσια ούτε καν να τα πλησιάσουν.

Τα έδεσαν οι «δικοί». Τα δεσαν οι ηγέτες μας. Αυτοί μπόρεσαν να τα δέσουν, γιατί οι Ηλιακηδες τους τα προσέφεραν. Τους τα εμπιστεύτηκαν. Τους είπαν «πάρτε τα χέρια μας κι αυτό που ξερουμε να κανουμε καλα, βαλτε από διπλα τη θεληση και την αποφασιστικοτητα σας, τα σχεδια και την ανοθευτη εθνικα διπλωματια σας, και παμε μαζι να κανουμε αυτό που ορκιστηκαμε και οι δυο. Να κραταμε γαλανο το Αιγαιο μας, να κραταμε γαλανη την Ελλαδα»

Αυτό ειπαν οι Ηλιακηδες…

Κι αυτοι, οι «προικισμενοι», οι γεννημενοι με το

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Κατά της των Ελλήνων Νόσου….του «Συνωστισμού»

συνωστισμος Αυτή είναι η ιστορία του … «Συνωστισμού». Της «αρρωστημένης αυτής προαιώνιας τάσης των Ελλήνων προς το… Θανάσιμο Στριμωξίδι»….

Καθώς η «εμμονή» αυτή του Ελληνικού Γένους να «αυτοεξολοθρεύεται» μέσα από την ροπή του να «στριμώχνεται» όπου βρει κι όπου σταθεί πάει πολύ πολύ πίσω….χιλιάδες χρόνια πίσω…

Τι να πρωτοθυμηθείς από «συνωστισμούς»;

Τους «τσακωμούς» μεταξύ των Ελλήνων;

Τους Περσικούς πολέμους;

Τη Ρωμαϊκή ισοπέδωση της Ελλάδας;

Τα Βυζαντινά χρονικά με τις χιλιάδες επιδρομές κάθε περαστικού μεταναστευτικού λαού που έβρισκαν προσφιλή στόχο την Ελλάδα;

Άστο, θα πάει πολύ πίσω και το αποτέλεσμα θα είναι δυσάρεστο….Χιλιάδες τόνοι Ελληνικού αίματος…Κι όλα αυτά εξ’ αιτίας αυτής της ακατανόητης μανίας των Ελλήνων να ….«συνωστίζονται»….

Ας πάρουμε λοιπόν βαθυστόχαστο ύφος, αν και δεν αρμόζει σ’ αυτή την «ψυχοπαθολογική διαστροφή» της Φυλής μας (που θα έπρεπε να την κρύβουμε και ουχί να την αναδεικνύουμε – όντας προσβλητική για τον αψύ χαρακτήρα του Έλληνος) κι ας συνεχίσουμε αυτή την ιλαροτραγική εξιστόρηση…

Η «σύγχρονη» περίοδος του Συνωστισμού ξεκινά με το

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

>Το γάλα των παιδιών μου Ρεε !

>

cow Είμαι στη μέση της βάρδιας μου.Απ τις δώδεκα παρά χθές στο πόστο μου τώρα είναι η ώρα πού ’χουν όλα ησυχάσει.Οι “ξενύχτες” απο ώρα μαζεύτηκαν για ύπνο ,δευτέρα ξημερώνει γαρ ,αρχή της νέας εβδομάδας.Οι γαλατάδες με τα φορτηγά σε λίγο θα αρχίσουν να έρχονται στο απέναντι  εργαστήριο-φούρνο αρτο-ζαχαροπλαστικής ένας-ένας.Είναι η “ώρα” τους   4 τα χαράματα.Προχθές που ήμουν απογευματινός συνάντησα τον φούρναρη και γνωριστήκαμε.”Παλιά πιάναμε δουλειά απ τις  12:00” μου είπε ,”για να έχουμε νωρίς το πρωί ψωμί τυρόπιττες κλπ, τώρα ξεκινάμε 4:00 και πάλι νωρίς είναι.Δεν μπορούν τα γαλατάδικα να έρθουν αργότερα με τα φρέσκα.Έχουμε πάντα απόθεμα να δουλέψουμε και στήν αρχή με την πτώση ανοίγαμε στις 6:00.Τα άφηναν απ έξω στο πλάι της πόρτας.Και πρίν χρόνια γινόταν το ίδιο και στην παραλαβή τους να έλειπαν ένα δυο.Οι δραχμούλες όμως ήταν πάντα στη θέση του κενού.Τώρα όμως στην παραλαβή βρίσκαμε σημαντικό έλλειμμα  και ούτε ευρώ στα κιβώτια.Έχουμε καλούς γείτονες αλλά με την ανεργία που βιώνουμε τι να γίνει , σηκώνονται χαράματα για το γάλα των παιδιών τους” μου πε γελώντας. ”Αναγκαστικά σηκωνόμαστε και μείς απ τις 4:00 για το γάλα των δικών μας παιδιών ,άλλως τε είμαστε μαθημένοι.” Χαμογέλασα και τον χαιρέτησα με ένα  γλυκόπικρο συναίσθημα να αναβλύζει απο βαθειά μέσα μου.
Θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια ,τότε που οι γαλατάδες με το χύμα αγνό φρέσκο γάλα γυρνούσαν ακόμα στις γειτονιές μοιράζοντάς το   στίς μανάδες με το κατσαρολάκι  που τους περίμεναν στις πόρτες τους τα πρωϊνά . galabotles Θα ‘μουνα 6~7 χρονώ ,όταν εμφανίστηκε το πρώτο παστεριωμένο γάλα σε γυάλινη φιάλη εδω στη δυτική Θεσσαλονίκη.Η εποχή που λανσαρίστηκε και το πρώτο γάλα-κακάο σε ένα μικρό γυάλινο μπουκαλάκι ,όμοιο στο σχήμα με το μεγάλο και με καπάκι απο μαλακό αλουμίνιο. Αμέσως άλλαξαν συνήθειες και τρόπο εργασίας οι γαλατάδες. Σταμάτησαν να κουβαλούν πλέον το τεράστιο αλουμινένιο πιθάρι με  το φρέσκο γάλα στη πλάτη τουςgalakouto τα πρωϊνά . Πήραν ποδήλατα ή και τρίκυκλα μηχανάκια , φορτώναν μερικά κιβώτια με τα γυάλινα μπουκάλια απο το ΑΓΝΟ του ενός λίτρου και του μισού.Στην αρχή ξεκινούσαν την διανομή το πρωϊ αλλά σταδιακά γινόταν νωρίς  το  βράδυ.Τώρα το παστεριωμένο γάλα “κρατούσε” μέχρι και τρείς μέρες εκτός ψυγείου εε! παγονιέρας ήθελα να γράψω. Πως δεν γνωρίζεται τι είναι αυτό ; Θα σας ενημερώσω στην επόμενή μου ανάρτηση. Το γάλα λοιπόν ,δεν ήθελε βράσιμο ,έγινε πιο βολική η χρήση του και άλλαξαν και οι νοικοκυρές – μάνες  “χούγια”. Οταν τέλειωνε το γάλα ,βγάζαν νωρίς το απόγευμα δίπλα στην πόρτα του διαμερίσματος στις πρώτες οικοδομές κλουβιά (είχαμε ήδη αρκετές απο αυτές ) ,αλλά και στις μονοκατοικίες με τους μεγάλους κήπους στην καγκελόπορτα ,το γυάλινο μεγάλο μπουκάλι  και αν ήταν “άνετοι” οικονομικά το μικρό ή τα μικρά για το γάλα κακάο ανάλογα με το πόσα παιδιά είχε το κάθε agno σπίτι.Ήταν τα ωραία χρόνια τα παιδικά μου ξένοιαστα αλλά και φτωχικά αν τα συγκρίνουμε με το σήμερα.
Όλη η τσακαλοπαρέα αγόρια και κορίτσια κάθε απόγευμα στους δρόμους και στις αλάνες πού’χαμε τότε πολλές. Τον καλό καιρό  άνοιξη,καλοκαίρι και φθινόπωρο οι περισσότεροι ξυπόλητοι.Παπούτσια καινούργια ; μια φορά κάθε δεύτερο Πάσχα κι αν τα χαλούσες νωρίτερα ξύλο απ τη μάνα και τα φορούσες μέχρι να διαλύσουν εντελώς τρύπια ή σκισμένα.Μετά ξυπόλητος άσχετα εποχής.Τυχεροί/άτυχοι όσοι είχαν μεγαλύτερα αδέρφια.Είχαν πολλά ρούχα ( αυτά που δεν κάναν στους μεγαλύτερους,όλα μεταχειρισμένα μανταρισμένα και διορθωμένα απο την ίδια σου τη μάνα ή κάποια επιδέξια γειτόνισσα με SINGER ραπτομηχανή,αυτή με τα πετάλια !) αλλά καινούργια παπούτσια κάθε χρόνο. Τα παιχνίδια μας κυνηγητό ,εξερεύνηση κοντινών κήπων και  εγκαταλελειμμένων   κτιρίων  και  καϊκιών     στο κοντινό  λιμάνι –(μπλόκια τα λέγαμε)-.Εικονικές μάχες με  άλλες γειτονιές στην αερογέφυρα και στου “Βαγιούλη” την περιοχή. Ήταν το “μέρος” που πάρκαρε ο ΟΣΕ τα παντός είδους βαγόνια του που  ήθελαν   επισκευή ή καθαριότητα με τρύπια την περίφραξη……  οι “γραμμές”  στην τότε γλώσσα μας.Μπαίναμε μέσα καταλαμβάναμε κάποιο βαγόνι κι αν ερχόταν άλλη γειτονιά ή την βρίσκαμε εκεί ,πάντα έπαιρνε ή ήταν στο απέναντι βαγόνι –οχυρό.Επικές οι μάχες μας. Μη φαντάζεστε τίποτε “σφαγές” αν και κάπου κάπου έρρεε και λίγο αίμα.Καμιά πέτρα άνοιγε κάποιο κεφάλι , κάποια γάμπα σκίζονταν στις λαμαρίνες των βαγονιών.Τα όπλα πέτρες ,ξύλα και οι πιο ικανοί σφεντόνες και αυτοσχέδια τόξα.
Στη γειτονιά μας όμως  είμασταν ¨καλά παιδιά¨.Εκεί είχαμε άλλα παιχνίδια , ποδόσφαιρο τα αγόρια και “μήλα” τα κορίτσια όταν παίζαμε χώρια. ‘Ολοι μαζί  χαιρόμασταν το κυνηγητό ,εξέχουσα θέση προτίμησης είχε όμως το  “κρυφτό”!
Το κρυφτό με τα πρώτα καρδιοχτύπια που το παίζαμε μέχρι και τις  23:00~24:00….Ειδικά τα καλοκαίρια που μέναμε έξω μέχρι πολύ αργά αφού οι μάνες μας συνήθως ήταν όλες μαζεμένες στα σκαλοπάτια εξώπορτας του κάπως πιο κεντρικού σπιτιού τρώγοντας “σπόρια” πίνοντας καφέ και χασκογελώντας περιμένοντας τους συζύγους απ την πλατεία Επταλόφου.Και μείς οι μικροί αλλά και οι μεγαλύτεροι που καλοκοίταζαν καμιά γειτονοπούλα παίζαμε κρυφτό σαν τρελλοί.Όπου κρυβόταν …. η γειτονοπούλα και αυτοί/εμείς μαζί ,και ο νοών νοείτω.Στα πρώτα μας όμως όταν κρυβόμασταν στις εισόδους και τις σκάλες των οικοδομών και για να μη δίνουμε στόχο δεν ανάβαμε το φως ,σκοντάφταμε στα μπουκάλια με το γάλα. Οταν ήταν άδεια σηκώνοταν η οικοδομή στο πόδι ,βγαίναν οι νοικοκυραίοι και μας διώχναν.Μετά μάθαμε να πηγαίνουμε ψηλαφώντας απέναντι απ τις πόρτες για να μη ρίξουμε και τα μπουκάλια που ήταν δίπλα τους.
chokomilk Μάθαμε  κι άλλα πράγματα όμως , κι αυτά μου θύμισε ο φούρναρης ο γείτονας.Είχαμε “σημαδέψει” σε ποιές πόρτες απ έξω είχε μικρά μπουκαλάκια για γάλα κακάο . Και με την ευκαιρία του “κρυψίματός” μας ,πηγαίναμε στρίβαμε λίγο το αλουμινένιο με τη  σφραγίδα καπάκι  χωρίς να το χαλάμε ,χαλάρωνε και βυζαίναμε κάνα δυο γουλιές γάλα-κακάο που ήταν για άλλο παιδί.Λίγο στην αρχή –να μη φαίνεται- ,αλλά ήταν τόσο γλυκό το άτιμο που πολλές φορές μας “ξέφευγε και κατέβαινε αρκετά η στάθμη του μπουκαλιού …… Και την άλλη μέρα ακούγαμε τη μάνα να μαλώνει τον γαλατά : 

“Το γάλα των παιδιών μου ,μου το ’φερες   λειψό !”

>Το πείραμα με τους δέκα πιθήκους…

>

Το πείραμα που ακολουθεί, με τους πιθήκους, είναι ένα από μια σειρά πειραμάτων του καθηγητή Μίλγκραμ.

«Σε ένα κλουβί που έχουμε κλεισμένους 10 πίθηκους, κρεμάμε ένα τσαμπί μπανάνες. Όλοι οι πίθηκοι τρέχουν να πιάσουν το τσαμπί. Ένας από τους πιθήκους, ο πιο γρήγορος, φτάνει πρώτος στο τσαμπί. Εκείνη τη στιγμή, καταβρέχουμε με νερό με πολλή πίεση τους υπόλοιπους, που έχουν μείνει πίσω.
Αυτός που έτρεξε πρώτος και έπιασε το τσαμπί, τρώει τις μπανάνες και το ευχαριστιέται πολύ. Οι υπόλοιποι προσπαθούν να στεγνώσουν και να ξεπεράσουν το σοκ από το κατάβρεγμα.
Μετά από 1-2 ώρες, η κατάσταση της ομάδας των…πιθήκων επανέρχεται στο φυσιολογικό. Βέβαια, οι 9 που έφαγαν το κατάβρεγμα (και δεν έφαγαν μπανάνες), κοιτούν με κάποια ζήλια τον έναν που και τις μπανάνες έφαγε και το κατάβρεγμα το γλίτωσε.
Επαναλαμβάνουμε την ίδια ενέργεια, δηλαδή κρεμάμε ένα τσαμπί μπανάνες στο κλουβί. Τρέχουν όλοι, αλλά ο ίδιος πίθηκος, ο οποίος όπως είπαμε είναι ο γρηγορότερος καταφέρνει και πάλι να φτάσει πρώτος στο τσαμπί.
Εμείς ξανακαταβρέχουμε με πολλή πίεση τους υπόλοιπους, ενώ ο πρώτος τρώει επιδεικτικά τις μπανάνες που "κέρδισε δίκαια", αφού ήταν ο γρηγορότερος. Επαναλαμβάνουμε το ίδιο 2-3 φορές.
Κάποια φορά, καθώς ξεκινάει ο γρήγορος να πιάσει το τσαμπί που τοποθετήσαμε εκ νέου, τον πιάνουν οι υπόλοιποι εννιά και τον κάνουν μαύρο στο ξύλο.
Βρίσκεται λοιπόν το τσαμπί στη θέση του για κάποια ώρα, χωρίς να συμβαίνει τίποτα. Κάποια στιγμή, ο γρήγορος ξαναπροσπαθεί να τρέξει προς το τσαμπί, αλλά οι υπόλοιποι τον ξαναπλακώνουν στο ξύλο, γιατί φοβούνται το κατάβρεγμα.
Μετά από μερικά ξυλοφορτώματα, ο γρήγορος "μαθαίνει το μάθημά του" και δεν ξαναπροσπαθεί. Μπορεί να προσπαθήσει και κάποιος άλλος, αλλά το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: ξύλο από τους υπόλοιπους. Εδώ ξεκινάει το ενδιαφέρον της υπόθεσης.
Βγάζουμε από το κλουβί έναν από τους εννιά πιθήκους, αυτούς που καταβρέχαμε, όχι αυτόν που έφτανε πρώτος στο τσαμπί και βάζουμε έναν καινούριο πίθηκο, αντικαταστάτη.
Ο καινούριος πίθηκος, με το που βλέπει το τσαμπί με τις μπανάνες το οποίο φυσικά δεν ακουμπάει πλέον κανένας από τους "έμπειρους" της ομάδας ορμάει να το πιάσει. Οι υπόλοιποι εννιά, συμπεριλαμβανομένου και του παλιού "γρήγορου", τον βουτάνε και τον κάνουν μαύρο στο ξύλο.
Ο παλιός "γρήγορος" μπορεί και να χαίρεται που τρώει και κάποιος άλλος ξύλο. Ο καινούριος δεν ξέρει γιατί τρώει ξύλο, αφού δεν είχε την εμπειρία του καταβρέγματος.
Μαθαίνει όμως πολύ γρήγορα ότι αν ξεκινήσει να πιάσει το τσαμπί, αυτό συνεπάγεται ξύλο από τους υπόλοιπους. Έτσι, ξαναβρισκόμαστε σε κατάσταση "ισορροπίας" μέσα στο κλουβί, δηλαδή υπάρχει ένα τσαμπί μπανάνες το οποίο δεν πάει να πιάσει κανείς. Ξανά-αλλάζουμε έναν από τους παλιούς 8 πιθήκους (όχι τον παλιό "γρήγορο" και όχι τον νέο ξυλοφορτωμένο) με έναν αντικαταστάτη.
Όπως καταλαβαίνετε, γίνεται η ίδια ιστορία της προηγούμενης παραγράφου, μέχρι να τους αλλάξουμε όλους (τελευταίο βγάζουμε τον παλιό "γρήγορο", τον πρώτο που έφαγε ξύλο στην αρχή της ιστορίας).
Τι έχουμε λοιπόν; Έχουμε ένα τσαμπί μπανάνες, μέσα σε ένα κλουβί με 10 πιθήκους, από τους οποίους κανείς δεν τρέχει να το πιάσει, και κανείς δεν ξέρει γιατί (δεδομένου ότι κανένας τους δεν ήταν στην αρχική ομάδα που έφαγε το κατάβρεγμα)».
Μια άλλη εκδοχή του πειράματος από τον κ. Νάσο Κόκκινο.
Έχουμε λοιπόν 10 νέους πιθήκους στο κλουβί και ένα τσαμπί μπανάνες άθικτο. Στη "συλλογική" μνήμη των οποίων είναι εγγεγραμμένο ότι το "κοινωνικά πρέπον" είναι να μην ακουμπάμε το τσαμπί γιατί το απαγορεύει ο νόμος. Όποιος προσπαθεί να το πλησιάσει, τις τρώει.
Το αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι αυτός που πάει να πιάσει τις μπανάνες εξ ενστίκτου, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί τιμωρείται έτσι σκληρά αλλά και οι υπόλοιποι δεν γνωρίζουν γιατί του τις βρέχουν, αφού κανένας τους δεν έχει βιώσει τις δύσκολες μέρες στο κλουβί με τα κυνηγητά και τα καταβρέγματα.
Η ζωή κυλάει ήρεμα στο κλουβί, με τις μπανάνες κρεμασμένες σε μια γωνιά που κανένας πίθηκος δεν τολμάει να τις ακουμπήσει. Οι μπανάνες έχουν γίνει πλέον "ιερές μπανάνες". Δεν αποτελούν για την ομάδα προϊόν τροφής αλλά ταμπού.
Ας δούμε τώρα τι θα συμβεί στην ομάδα αν εφαρμόσουμε ένα είδος μνημονίου, σαν και αυτό που έχουμε εδώ με την τρόικα. Αν δηλαδή αρχίσουμε να περικόπτουμε την τροφή στους πιθήκους, με άλλα λόγια να πέσει πείνα στη ομάδα και το τσαμπί με τις μπανάνες θα αρχίζει να χάνει την άγια λάμψη του και να φαίνεται πάλι σαν λύση τροφής στην ομάδα.
Όσο θα κλείνουμε την στρόφιγγα του "μνημονίου" τόσο το μάτι των πιθήκων θα γυαλίζει περισσότερο… ώσπου κάποιο βράδυ, κάποιος πεινασμένος και εξαθλιωμένος πίθηκος θα την κάνει. Θα την πέσει στο τσαμπί.
Κακός χαμός, σίγουρα κάποιοι θα τον πάρουν είδηση αμέσως, μάλλον αυτοί που δεν κοιμόντουσαν αλλά σχεδίαζαν με ποιο τρόπο θα την πέσουν εκείνοι στις μπανάνες. Ο μάγκας να τρέχει μπροστά με το τσαμπί και 2-3 να τον καταδιώκουν. Ο κλέφτης όμως έχει βάλει ήδη την μισή μπανάνα στο στόμα.
Και φαΐ και τσαμπί και τρεχαλητό δεν γίνεται, τον προλαβαίνουν οι υπόλοιποι και αρχίζει η πάλη. Ενώ ο δόλιος παραβάτης περιμένει να τον σαπίσουν στο ξύλο, να τον διαμελίσουν ανοίγει τα μάτια και βλέπει τους καταδιώκτες του να έχουν πάρει το τσαμπί και να τρώνε ήσυχοι ήσυχοι τις μπανάνες μαζί με κάποιους που βρέθηκαν κοντά και ξύπνησαν από την φασαρία.
Απ´ αυτή την μέρα και μετά ο "ιερός κανόνας" έχει χαθεί. Χρειάζεται το πείραμα να ξαναστηθεί από την αρχή……χρειάζεται μάνικα!
Κάθε ομοιότητα με φυσικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική…
Το πείραμα με τους πιθήκους που δημοσίευσα είναι ένα από μια σειρά πειραμάτων του καθηγητή Μίλγκραμ.
από το capital

>Το παλιό Ελληνικό Σχολείο

>

Εμείς οι νεο-Έλληνες πάντα νοσταλγούμε. Συνηθίζουμε να λέμε ότι το παλαιότερο είναι καλύτερο. Προφανώς δεν είναι πάντα έτσι. Όμως ψυχολογικά ο άνθρωπος νοσταλγεί πάντα εκείνο που δεν έχει. Πολλές φορές δε ωραιοποιεί παλαιότερες απλούστερες κοινωνικές δομείς, ίσως επειδή οι απαιτήσεις της εποχής εκείνης ήταν λιγότερες και μάλλον ευκολώτερες. Αξίζει πάντως να δούμε κάποιες φωτογραφίες από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, που απεικονίζουν τη μαθητική ζωή σε Σχολεία της Πατρίδας μας. Μου τις έστειλε από την Αθήνα η φίλη Καθηγήτρια Dott. Φωτεινή Μπαλή, την οποία ευχαριστώ από καρδιάς.

 

 

Ο μαυροπίνακας είναι χαρακωμένος και μόλις διακρίνονται τα σημάδια επάνω του. Η σόμπα στη μέση της αίθουσας προσπαθεί να δώσει λίγη ζεστασιά στα μικρά παιδιά.

Στα θρανία κάθονταν όχι δυο-δυο, ούτε τρεις-τρεις, αλλά έξι και περισσότεροι. Το βλέμμα του δασκάλου ιδιαίτερα αυστηρό.

Τα παπούτσια ήταν βέβαια πολυτέλεια.

Βιβλία δεν είχαν όλα τα παιδιά. Ίσως ένα βιβλίο για δύο μαθητές.

Εδώ δεν υπάρχει καν αίθουσα. Το μάθημα γίνεται έξω… Τον πίνακα μπορούν να τον βλέπουν μόνο λίγοι.

Κάποτε και τα θρανία ήταν πολυτέλεια!

Στο Βαρδάρη Θεσσαλονίκης (1930), 60 περίπου παιδιά με μόνο μία δασκάλα!

Στο Ελληνικό Σχολείο Αρρένων Πύλου (1930) η τραγιάσκα ήταν υποχρεωτική.

Τότε που η πείνα θέριζε… Το Σχολείο προέβλεπε να προσφέρει συσσίτιο στους μαθητές του.

Για το τέλος της σχολικής χρονιάς ήταν καθιερωμένες οι γυμναστικές επιδείξεις.

Το 5ο Γυμνάσιο Θηλέων Θεσσαλονίκης. Η ποδιά και ο γιακάς απαραίτητα στοιχεία της ενδυμασίας των μαθητριών.